Τεκταῖος

Τεκταῖος
Τεκταῖος
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Τεκταίος — Έλληνας γλύπτης του 6ου αι. π.Χ. Συνεργάστηκε με τον γλύπτη Αγγελίωνα. Και οι δύο άλλωστε ήταν μαθητές των γλυπτών Δίποινου και Σκύλλη. Έργα τους ήταν το κολοσσιαίο και επίχρυσο ξόανο του Απόλλωνα στη Δήλο. Αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ως έργο… …   Dictionary of Greek

  • Тектам — (Тексаф, Тейтам, Тектай; др. греч. Τέκταμος или Τέκσαφος, Τεύταμος, Τεκταῦος …   Википедия

  • Τεκταίου — Τεκταῖον neut gen sg Τεκταῖος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”